αεισχορρούν

αεισχορρούν
ἀεισχορροῡν, το (Α)
λέξη φτιαχτή τού Πλάτωνος, με την οποία παρετυμολογείται το αἰσχρόν «τὸ μὲν τοίνυν αἰσχρόν καὶ δὴ κατάδηλόν μοι φαίνεται ὅ νοεῑ
καὶ τοῡτο γὰρ τοῑς ἔμπροσθεν ὁμολογεῑται. Τὸ γὰρ ἐμποδίζον καὶ ἴσχον τῆς ῥοῆς τὰ ὄντα λοιδορεῑν μοι φαίνεται διὰ παντὸς ὁ τὰ ὀνόματα τιθείς, καὶ νῡν τῷ ἀεὶ ἴσχοντι τὸν ροῡν τοῡτο τὸ ὄνομα ἔθετο < τὸ > ἀεισχορροῡν
νῡν δὲ συγκροτήσαντες αἰσχρόν καλοῡσιν» (Πλάτ. Κρατύλος 416 b)
για την ορθή ετυμολ. βλ. αισχρός.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”